Each entry includes all the occurrences of that Greek word in the Byzantine Textform 2005/2010 and a very literal translation of it.
Σ σ ς G4518 Sigma sig-mah (S s)
συμμαθηταῖς . συμμαθητής . συμμαρτυρεῖ . συμμαρτυρέω . συμμαρτυροῦμαι . συμμαρτυρούσης . συμμερίζομαι . συμμερίζονται . συμμερίω . συμμέτοχα . συμμέτοχοι . συμμέτοχος . συμμιμηταί . συμμιμητής . συμμορφιζόμενος . σύμμορφον . σύμμορφος . συμμορφούμενος . συμμόρφους . συμμορφόω . συμπαθεῖς . συμπαθέω . συμπαθής . συμπαθῆσαι . συμπαραγενόμενοι . συμπαραγίνομαι . συμπαρακαλέω . συμπαρακληθῆναι . συμπαραλαβεῖν . συμπαραλαβόντες . συμπαραλαβὼν . συμπαραλαμβάνειν . συμπαραλαμβάνω . συμπαραμενῶ . συμπαραμένω . συμπαρεγένετο . συμπάρειμι . συμπαρόντες . συμπάσχει . συμπάσχομεν . συμπάσχω . συμπέμπω . συμπεριλαβὼν . συμπεριλαμβάνω . συμπίνω . συμπληροῦσθαι . συμπληρόω . συμπνίγει . συμπνίγονται . συμπνίγουσιν . συμπνίγω . συμπολῖται . συμπολίτης . συμπορεύομαι . συμπορεύονται . συμπόσια . συμπόσιον . συμπρεσβύτερος . συμφέρει . συμφέρον . σύμφερον . συμφερόντων . συμφέρω . σύμφημι . σύμφορον . σύμφορος . συμφυεῖσαι . συμφυλέτης . συμφυλετῶν . σύμφυτοι . σύμφυτος . συμφύω . συμφωνει . συμφωνεῖ . συμφωνέω . συμφωνήσας . συμφωνήσει . συμφώνησις . συμφωνήσουσιν . συμφωνήσωσιν . συμφωνία . συμφωνίας . σύμφωνος . συμφώνου . συμφωνοῦσιν . συμψηφίζω . σύμψυχοι . σύμψυχος . σύν . σὺν . συναγαγεῖν . συναγάγετε . συναγάγῃ . συναγαγόντες . συναγαγούσῃ . συναγαγὼν . συνάγει . συνάγεσθε . συνάγεται . συνάγετε . συνάγονται . συνάγουσιν . συνάγω . συναγωγαῖς . συναγωγάς . συναγωγὰς . συναγωγή . συναγωγὴ . συναγωγῇ . συναγωγήν . συναγωγὴν . συναγωγῆς . συναγωγῶν . συνάγων . συναγωνίζομαι . συναγωνίσασθαί . συναθλέω . συναθλοῦντες . συναθροίζω . συναθροίσας . συναίρει . συναίρειν . συναίρω . συναιχμάλωτος . συναιχμάλωτός . συναιχμαλώτους . συνακολουθέω . συνακολουθῆσαι . συνακολουθήσασαι . συνακολουθοῦσαι . συναλιζόμενος . συναλίζω . συναλλάσσω . συναναβαίνω . συναναβᾶσαι . συναναβᾶσιν . συνανάκειμαι . συνανακείμενοι . συνανακειμένοις . συνανακειμένους . συνανακειμένων . συναναμίγνυμι . συναναμίγνυσθαι . συναναμίγνυσθε . συναναπαύομαι . συναναπαύσωμαι . συνανέκειντο . συναντάω . συναντήσας . συναντήσει . συνάντησιν . συνάντησις . συναντήσοντά . συναντιλάβηται . συναντιλαμβάνεται . συναντιλαμβάνομαι . συναξεῖ . συνάξει . συνάξω . συναπαγόμενοι . συναπάγω . συναπαχθέντες . συναπεθάνομεν . συναπέστειλα . συναπήχθη . συναποθανεῖν . συναποθνήσκω . συναπόλλυμι . συναποστέλλω . συναπώλετο . συνᾶραι . συναρμολογέω . συναρμολογουμένη . συναρμολογούμενον . συναρπάζω . συναρπάσαντες . συναρπασθέντος . συναυξάνεσθαι . συναυξάνω . συναχθέντες . συναχθέντων . συναχθῆναι . συναχθήσεται . συναχθήσονται . συνάχθητε . συνβάλλουσα . συνβιβαζόμενον . συνδεδεμένοι . σύνδεσμον . σύνδεσμος . συνδέσμῳ . συνδέσμων . συνδέω . συνδοξάζω . συνδοξασθῶμεν . σύνδουλοι . σύνδουλόν . σύνδουλος . σύνδουλός . συνδούλου . συνδούλους . συνδούλων . συνδρομή . συνδρομὴ . συνέβαινεν . συνέβαινον . συνέβαλεν . συνεβάλετο . συνέβαλλεν . συνέβαλλον . συνέβαλον .
 

Home Page of the Modern Literal Version.


ModernLiteralVersion.org © Copyright by G. Allen Walker for the MLV Team, all rights reserved.
Modern Literal Version, © Copyright by G. Allen Walker for the MLV Team, see copyright information inside the book.
The New Koine Greek Textbook Series 1-5 (so far) © Copyright by G. Allen Walker for the MLV Team, see copyright information inside the book.

The glory is for God!
Jesus is Lord of all.