Each entry includes all the occurrences of that Greek word in the Byzantine Textform 2005/2010 and a very literal translation of it.
Δ δ G1138 Delta del-tah (D d)
διδαχαῖς . διδαχή . διδαχὴ . διδαχῇ . διδαχὴν . διδαχῆς . διδόασιν . διδόμενον . διδόναι . διδόντα . διδόντες . διδόντι . διδόντος . δίδοται . δίδοτε . δίδου . διδοὺς . δίδραχμα . δίδραχμον . δίδυμος . διδῶ . διδωμι . δίδωμι . δίδωσιν . δίδωσίν . διέβησαν . διέβλεψεν . διεβλήθη . διεγείρειν . διεγείρετο . διεγείρουσιν . διεγείρω . διεγερθεὶς . διεγνώρισαν . διεγόγγυζον . διεδίδετο . διεδίδοτο . διέδωκεν . διεζέρξομαι . διεζώσατο . διέζωσεν . διεζωσμένος . διέθετο . διέθετό . διεῖλεν . διεκρίθη . διεκρίθητε . διέκρινεν . διεκρίνομεν . διεκρίνοντο . διεκώλυεν . διελαλεῖτο . διελάλουν . διελέγετο . διέλειπεν . διελέξατο . διελεύσεται . διελέχθη . διελέχθησαν . διεληλυθότα . διελθεῖν . διελθόντα . διελθόντες . διέλθω . διέλθωμεν . διελθὼν . διέλιπεν . διελογίζεσθε . διελογίζετο . διελογίζοντο . διελύθησαν . διεμαρτυράμεθα . διεμαρτύρατο . διεμαρτύρετο . διεμαρτύρω . διεμάχοντο . διέμενεν . διεμερίζον . διεμέριζον . διεμερίσαντο . διεμερίσθη . διενέγκῃ . διενθυμέομαι . διενθυμουμένου . διεξελθοῦσα . διεξέρχομαι . διέξοδος . διεξόδους . διεπέρασεν . διεπορεύετο . διεπορεύοντο . διεπραγματεύσαντο . διεπραγματεύσατο . διεπρίοντο . διερμηνεία . διερμηνεύει . διερμηνευέτω . διερμηνεύῃ . διερμηνευομένη . διερμηνεύουσιν . διερμήνευσεν . διερμηνευτής . διερμηνεύω . διερρήγνυτο . διέρρηξεν . διερρήσσετο . διέρχεσθαι . διέρχεται . διέρχομαι . διερχόμενον . διερχόμενος . διέρχωμαι . διερωτάω . διερωτήσαντες . διεσάφησαν . διεσκόρπισα . διεσκόρπισας . διεσκόρπισεν . διεσκορπίσθησαν . διεσκορπισμένα . διεσπάρησαν . διεσπάσθαι . διεσπᾶσθαι . διεστειλάμεθα . διεστείλατο . διεστέλλετο . διέστη . διεστραμμένα . διεστραμμένη . διεστραμμένης . διεσώθησαν . διέταξα . διεταξάμην . διετάξατο . διέταξεν . διεταράχθη . διετήρει . διετής . διετία . διετίαν . διετίας . διετοῦς . διέτριβεν . διέτριβον . διετρίψαμεν . διέτριψαν . διεφέρετο . διεφήμισαν . διεφημίσθη . διεφθάρη . διεφθάρησαν . διεφθαρμένων . διέφθειρεν . διεχειρίσασθε . διήγειραν . διηγείρετο . διηγέομαι . διήγεσις . διηγήσαντο . διηγήσατο . διηγήσεται . διήγησιν . διηγήσωνται . διηγοῦ . διηγούμενον . διηκόνει . διηκονήσαμέν . διηκόνησεν . διηκόνουν . διῆλθεν . διῆλθον . διηνεκές . διηνεκὲς . διηνεκής . διήνοιγεν . διηνοιγμένους . διήνοιξεν . διηνοίχθησαν . διηπόρει . διηπόρουν . διηποροῦντο . διηρμήνευεν . διήρχετο . διήρχοντο . διθάλασσον . διθάλασσος . διϊκνέομαι . διϊκνούμενος . διΐστημι . διϊσχυρίζετο . διϊσχυρίζομαι . δικάζω . δικαία . δίκαια . δίκαιαι . δικαίαν . δικαίας . δίκαιε . δικαιοῖ . δίκαιοι . δικαίοις . δικαιοκρισία . δικαιοκρισίας . δίκαιον . δίκαιόν . δίκαιος . δίκαιός . δικαιοσυνῃ . δικαιοσύνη . δικαιοσύνῃ . δικαιοσύνην . δικαιοσύνης . δικαίου . δικαιούμενοι . δικαιοῦν . δικαιοῦντα . δικαιοῦντες . δικαίους . δικαιοῦσθαι . δικαιοῦσθε . δικαιοῦται . δικαιόω . δικαίῳ . δικαιωθέντες . δικαιωθῆναι . δικαιωθῇς . δικαιωθήσεται . δικαιωθήσῃ . δικαιωθήσονται .



Home Page of the Modern Literal Version.


ModernLiteralVersion.org © Copyright by G. Allen Walker for the MLV Team, all rights reserved.
Modern Literal Version, © Copyright by G. Allen Walker for the MLV Team, see copyright information inside the book.
The New Koine Greek Textbook Series 1-5 (so far) © Copyright by G. Allen Walker for the MLV Team, see copyright information inside the book.

The glory is for God!
Jesus is Lord of all.